Ο Πρωτέας Διονύσης
Το πόσο θαυμάζω, σέβομαι και υπολήπτομαι τον Σαββόπουλο φαντάζομαι το έχετε
καταλάβει. Όμως, όταν κάθομαι στο πιάνο, ποτέ δεν παίζω κομμάτια του. Ούτε με
τις παρέες μου, Σαββοπουλικοί κι αυτοί, τραγουδάμε Σαββόπουλο. Στην κιθάρα
παίζω ελάχιστα, κι αυτά πολύ σπάνια, μολονότι τα ξέρω όλα απ' έξω και
ανακατωτά, με τις ευρηματικές και συχνά στρυφνές συγχορδίες τους. Ο λόγος είναι
η φωνή του. Είναι αναπόσπαστο μέρος της Σαββοπουλικής μύησης. Η φωνή του, με τα
τόσα ηχοχρώματα! Δωρική, μεγαλόπρεπη, τρυφερή, παραπονεμένη, καυστική, παρηγορητική
και πόσα ακόμα... Τραγούδι του Σαββόπουλου που δεν το λέει ο ίδιος είναι
κολοβό. Η φωνή του, που καταλαβαίνεις αμέσως ότι προέρχεται από άνθρωπο με
βαθιά πνευματικότητα, νοτίζει κάθε σου κύτταρο και το κάνει να συντονίζεται
αισθητικά με αυτό το θαύμα. Ακόμα κι όταν λέει τραγούδια άλλων. Σαν να τα
μεταστοιχειώνει. Σαν μάγος αλχημιστής τους δίνει διαστάσεις που οι δημιουργοί
τους μπορεί και να μην τις είχαν καν φανταστεί. Τραγουδάει ας πούμε ο
Μαχαιρίτσας "Και τι ζητάω, τι ζητάω, μια ευκαιρία στον παράδεισο να
πάω" και ακούς τον αυτοσαρκασμό ενός μεσήλικα που προσπαθεί να ρίξει μια
πιτσιρίκα γκόμενα. Τραγουδάει το ίδιο ρεφραίν ο Σαββόπουλος και εκρήγνυται
ηφαίστειο! Η φωνή του είναι λάβα που εκτοξεύει στο σύμπαν ένα πυρακτωμένο
υπαρξιακό παράπονο βγαλμένο από τα έγκατα της ανθρώπινης αγωνίας.
Μόνο μια φορά έπαιξα Σαββόπουλο με παρέα... τον ίδιο. Ήταν το 2012 και η
γραμματεία που δούλευε εθελοντικά για τη ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΞΑΝΑ μου είπε, με χαρμόσυνη
έκπληξη, ότι τηλεφώνησε ο Σαββόπουλος και ζήτησε να συναντήσει τον κύριο
Τζήμερο. Όπως έγραψα προχθές, τον είχα πρωτοσυναντήσει το '96 στη Σφεντόνα όταν
του πήρα συνέντευξη, αλλά δεν με θυμόταν. Φυσικά με πολλή χαρά ανταποκρίθηκα.
Το πρώτο ραντεβού ήταν στο γραφείο του στο Κολωνάκι. Μιλήσαμε ώρες. Για Τέχνη,
για πολιτική, για φιλοσοφία. Για την Ελλάδα, την πατρίδα που τόσο αγαπάμε και
κακόπεσε σε χέρια εμπόρων και ληστών, αυτό το οικόπεδο μαζί και αποικία, για
τις παθογένειές της και για το τι προτείνουμε, ως κίνημα πολιτών για θεραπεία.
Συμφωνήσαμε σε όλα. Ήταν, και το έδειχνε, ενθουσιασμένος, καθώς κάτι
διαφορετικό, υγιές και δυναμικό, ξεπηδούσε από τα σπλάχνα αυτής της χώρας. Με
κάλεσε στο σπίτι του, στη Φιλοθέη, για δείπνο. Είχε καλέσει και κάποιους φίλους
του, γνωστούς στη δημόσια ζωή, για να συζητήσουμε πολιτικά. Εκεί γνώρισα και
την Άσπα και κατάλαβα γιατί ήταν μούσα του τόσα χρόνια. Μετά τα πολιτικά, ήρθε
και η ώρα της μουσικής. Ζήτησα μια κιθάρα. Και επιτέλους τότε, για πρώτη και
τελευταία φορά, έπαιξα Σαββόπουλο κι άκουγα δίπλα μου να τραγουδάει αυτή η πρωτεϊκή
φωνή, ο Θεός των Ποταμών και των Ωκεανών μας.
Σ΄ ευχαριστώ Διονύση που το έζησα. Σ΄ ευχαριστώ που έζησες σ' αυτόν τον
κόσμο και μας καρφίτσωσες στο στήθος, στο μέρος της καρδιάς, ένα κομμάτι
αθανασίας, ένα φυλαχτό φτιαγμένο από ήχους αιώνιους, την ώρα που μας κοιτάει ο
Χάρος και του τρέχουνε τα σάλια.

















Δεν υπάρχουν σχόλια