Select Menu

ads2

ads2

Slider

Travel

ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΚΥΡΙΑΚΙΔΗΣ


link για pchands

Performance

Cute

My Place

Racing

Videos

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Εμφανιζόμενη ανάρτηση

ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ ΠΟΥ ΕΝΔΙΔΟΥΝ ΣΕ ΕΚΒΙΑΣΜΟΥΣ:

Δημοσιογραφόντας 46 χρόνια, από τον Οκτώβριο του 1973 και όντας Συντάκτης της Εφημερίδος του «ΜΑΧΗΤΗ ΤΟΥ ΚΙΛΚΙΣ» το 1980, ΥΠΌ ΤΟΝ ΑΕΊΜΝ...

» » » ΘΕΣΜΙΚΟΣ ΦΑΡΙΣΑΪΣΜΟΣ ΚΑΙ ΕΠΙΛΕΚΤΙΚΗ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ ΕΞ ΑΦΟΡΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ ΤΟΥ Κ. ΛΙΓΝΑΔΗ (ΑΡΘΡΟ ΤΟΥ ΧΑΡΗ ΚΑΤΣΙΒΑΡΔΑ*)
«
Next
Νεότερη ανάρτηση
»
Previous
Παλαιότερη Ανάρτηση

 


 Η ιδιαίτατη προσοχή προσεγγίσεως ως προς τον σχολιασμό περί της αποφάσεως του δικαστηρίου περί της χορηγήσεως αναστέλλουσας δυνάμεως επί της ασκηθείσης εφέσεως, περί της επιμάχου υποθέσεως του κ. Λιγνάδη, έγκειται εις το γεγονός ότι δέον όπως να μην καταστούμε και ημείς, εκόντες άκοντες, μέρος της διττής θεσμικής υποκρισίας αφενός του πολιτικού κατεστημένου, το οποίο ενίοτε καταστρατηγεί ανερυθρίαστα το Σύνταγμα, κρυπτόμενο υπό την κατά το δοκούν ερμηνεία αόριστων νομικών αξιολογικών εννοιών, προκειμένου να καθαγιάσει τα θεσμικά πραξικοπήματα δίκην σιωπηρής εξυπηρετήσεως των συμφερόντων του καθώς και εξετέρου να μην συναινέσουμε προς την ορισμένες φορές θεσμικής εξάρτηση της Δικαιοσύνης υπό τις άνωθεν επιταγές δια υποθέσεις συνδεόμενες με υψηλά ιστάμενα πρόσωπα διευθυντηρίων και μηχανισμούς-κέντρα εξουσίας, καταλύοντας τοιουτοτρόπως την σαφή οριοθέτηση της διακρίσεως των εξουσιών κατ’ άρθρο 26 του Συντάγματος.

Εξηγούμαι περαιτέρω προς άρση καταλειπομένης αμφιβολίας :  ουδείς έκρινε τους δικαστές δια υπέρβαση εξουσίας αλλά ούτε δια θεσμική επάρκεια επί της κρίσεώς τους, ή δια έλλειψη ιδικής τους-σφέτερης επιστημονικής και νομικής καταρτίσεως, δια της εκθοδείσης αποφάσεως, δοθέντος ότι κατισχύει το θετικό δίκαιο και εφαρμόζονται οι εν ισχύει διατάξεις του Κ.Π.Δ, του Συντάγματος, αλλά και της ΕΣΔΑ, τοσούτον δια την ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία των δικαστικών αποφάσεων αλλά όσο και δια τον αδηρίτως αναγκαίο σεβασμό προς τις εγγυήσεις τεκμηρίου της αθωότητας υπέρ του κατηγορουμένου.

Ως εκ τούτου λοιπόν η διάταξη του άρθρου 497 παρ. 8 ΚΠΔ, όπως ισχύει μέχρι σήμερα μετά την τελευταία τροποποίησή της με το Ν. 3904/2010, προβλέπει περιοριστικώς ορισμένες περιπτώσεις ως προς την χορήγηση αναστολής ή μη και η εφαρμογή της εναπόκειται αποκλειστικά στην κυριαρχική κρίση του δικαστηρίου όπως  και συμφώνως με το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, το τεκμήριο της αθωότητας αποτελεί έναν γενικώς παραδεδεγμένο κανόνα Διεθνούς δικαίου, ο οποίος προβλέπεται αφενός εις το άρθρο 6 της Ε.Σ.Δ.Α (Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου) η οποία κυρώθηκε με το Ν.Δ 5374 φεκ Α’ 256 και αφετέρου εις το άρθρο 14 παρ. 3 του Δ.Σ.Α.Π.Δ (Διεθνές Σύμφωνο Ατομικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων), το οποίο κυρώθηκε με τον Ν. 2462/1997 Φεκ Α’ 25, με αποτέλεσμα να αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της εσωτερικής έννομης τάξεως και να υπερισχύουν κάθε άλλης διάταξης νόμου. Πέραν όμως της υπερνομοθετικής αυτής κατοχύρωσης το τεκμήριο της αθωότητας, συνάγεται και από το άρθρο 2 παρ. 1 και 5 του Συντάγματος καθώς και από το άρθρο 71 του Κ.Π.Δ αλλά και από την κοχλίωση ενός έτερου πλέγματος άρθρων της προδικασίας αλλά και της κύριας διαδικασίας κατά τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας ( 239 παρ. 2, 274, 351 παρ. 1, 177).

Τα ως άνω συνιστούν την ορθή ερμηνευόμενη βάση συννόμου κινήσεως των Δικαστών, το μείζον ζητούμενο, έγκειται εις την εφαρμογή των δύο μέτρων και των δύο σταθμών των δικαστών εις αντίστοιχες περιπτώσεις επί του αυτού άρθρου, ως ισχύει σήμερον , εις πρόσωπα, δια συναφείς, όμοιες αλλά και αυτές, περιπτώσεις (εννοών ως προς την φύση των διαπραττομένων εγκλημάτων), τα οποία όμως (πρόσωπα), δεν έχουν την ανάλογη δικτύωση με τον κ. Λιγνάδη.

Εις αντίστοιχες περιπτώσεις λοιπόν, το Δικαστήριο δεν θα επιδείκνυε την ίδια ευαισθησία και θα προέβαινε ανυπερθέτως εις διαφορετική ερμηνεία της εν θέματι διατάξεως του Κ.Π.Δ, ποιώντας διάφορη χρήση της διακριτικής και απόλυτης κυριαρχικής του εξουσίας, διατάσσοντας με ιδιαίτατη απαξία την αμελλητί φυλάκισή του πρωτοδίκως καταδικασθέντος.

Το αυτό συμβαίνει ως προς την στάση των δικαστών αλλά και με πιο απαξιωτικό τρόπο και εις τα Πλημμελειοδικεία (ως προς όλους τους βαθμούς δικαιοδοσίας), ένθα ένιοι δικαστές, «πωλούν πνεύμα» ανεπαίσχυντα και ενίοτε με αήθες και «χυδαίο» ύφος προς τους απλούς πολίτες, προσβάλλοντας του βάναυσα και εξαντλώντας εις βάρος τους, εν ταυτώ την αυστηρότητα των ποινών.

Η δικαιολογημένη αγανάκτηση των υγιώς αντιδρώντων  ανάγεται εις την υπό της Δικαιοσύνης, κατά περίπτωση και κατά το δοκούν, μίας εκ διαμέτρου αντίθετης αστάθως στάσεως έναντι των υποθέσεων, η οποία παράγει και γεννά εύλογα ερωτήματα περί της απροσωπληψίας και αμεροληψίας της :

Ενίοτε η Δικαιοσύνη  δια πολύκροτα σκάνδαλα και υψηλά ιστάμενα πρόσωπα με υπερ-εθνικές και εγχώριες διασυνδέσεις, εθελοτυφλεί, κωφεύει και στρουθοκαμηλίζει εκκωφαντικά άλλοτε έκπαλαι εις τον αντίποδα δια υποθέσεις «άσημων πολιτών», καθίσταται «βασιλικότερη του βασιλέως» ούσα δυσαναλόγως αυστηρή.

Έτι περαιτέρω, υπάρχουν δε, πολλές περιπτώσεις όπου καταλύεται υπό την ανοχή όλων των θεσμών, το τεκμήριο της αθωότητας προδικαστικά και κατάφωρα πλην όμως ουχί μόνον ουδείς αντιδρά αλλά εις τον αντίποδα κιόλας επιρρωνύεται γηθοσύνως η διαπόμπευσή του κατηγορουμένου, από τα, τελούντα εν είδει έμμισθων φερεφώνων,  μέσα μαζικής ενημερώσεως εν τω πλαισίω των ανέλεγκτων διαχρονικών τηλεδικών.

Τούτο δε συμβαίνει  κατά κόρον, (καθόσον αφορά την έκθεση των κατηγορουμένων δημοσίως), ιδίως επί των υποθέσεως με κατηγορητήρια κατατείνοντα προς  την εξουδετέρωση πολιτικών αντιπάλων τους ενόψει των ήδη δρομολογημένων φυλακίσεων των, όπως ωσαύτως με τους «άσημους», (άνευ προσβάσεως εις τους μηχανισμούς του συστήματος) καθημαγμένους πολίτες δράστες ποινικών αδικημάτων.

Δια τις ως άνω περιπτώσεις δεν κατέστη εξ όσων ενθυμούμαι εγώ κοινωνός τόσο ένθερμης αντιδράσεως των θεσμών δια την κατάλυση του τεκμηρίου της αθωότητας αλλά και δια την αναγκαιότητα ευαισθησίας εφαρμογής του άρθρου 497 παρ. 8 του Κ.Π.Δ. υπό των Δικαστών, εις τις άνω αντίστοιχες περιπτώσεις οι οποίες είχαν μονοπωλήσει την επικαιρότητα αλλά και επί καθημερινής βάσεως τα ακροατήρια.

Τηρουμένων των αναλογιών και εις επίρρωσιν της διττής αυτής αποτροπιαστικής υποκρισίας καθίσταται η αιφνιδιαστική τροποποίηση του άρθρου 187 του Π. Κ, με την προσθήκη της παρ. 6, δυνάμει των ρυθμίσεων του άρθρου 72 Ν. 4908/22, συμφώνως προς την οποία εις περίπτωση καταδίκης για τις αξιόποινες πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο αυτό και μάλιστα πλημμεληματικού χαρακτήρα, δεν επιτρέπεται αναστολή ή μετατροπή της ποινής με κανένα τρόπο, η δε ασκηθείσα έφεση δεν έχει αναστέλλουσα ποινή, και μάλιστα με αναδρομική ισχύ, καταλύει το τεκμήριο αθωότητας του κατηγορουμένου, στερεί από το δικαστή τη δυνατότητα αναστολής ή μετατροπής της ποινικής, όπως και την αναστέλλουσα δύναμη τυχόν ασκηθείσας εφέσεως και αντιβαίνει στην αρχή της αναλογικότητας, καθώς περιορίζει ανεπιστρεπτί τα δικαιώματα του κατηγορουμένου.

Ως εκ τούτου εκ της ως άνω αναλύσεως και συγκριτικής επισκοπήσεως δυνάμεθα να καταλήξουμε εις το γόνιμο συμπέρασμα, ότι η εκάστοτε κρατική εξουσία χρησιμοποιεί εν γένει το Ποινικό δίκαιο ως αιχμηρό εργαλείο περιστολής των θεμελιωδών ατομικών ελευθεριών και δικαιωμάτων, υπό το κίβδηλο πρόσχημα διαφυλάξεως της δημοσίας τάξεως, ασφαλείας καθώς και κοινωνικής ειρήνης, με γνώμονα την ποινική καταστολή των φερομένων αντιφρονούντων του συστήματος ούτως ώστε να εξουδετερωθούν άνευ ετέρου τινός.

Εν κατακλείδι το ζητούμενο βάσει των ως άνω καθίσταται το γεγονός εάν υφίσταται κράτος Δικαίου, ανεξάρτητη Δικαιοσύνη ή ένα κράτος «τρομοκράτη» και θεσμικό πραξικοπηματία το οποίο θεσπίζει νόμους προς διασφάλιση της αυθαιρεσίας και της εν γένει έκνομης δράσεώς του.

Χαράλαμπος Β Κατσιβαρδάς

Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω

About ΤΕΟ ΚΥΡΙΑΚΙΔΗΣ

This is a short description in the author block about the author. You edit it by entering text in the "Biographical Info" field in the user admin panel.
«
Next
Νεότερη ανάρτηση
»
Previous
Παλαιότερη Ανάρτηση

Δεν υπάρχουν σχόλια

Leave a Reply